Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Μια άθλια μέρα



    Η μέρα μου ξεκίνησε με δυσκολία. Ακόμη και ο ήχος του ξυπνητηριού προμήνυε δυσοίωνες  καταστάσεις. Σηκώθηκα με κόπο και  κατευθύνθηκα στην κουζίνα για την προετοιμασία του πρωινού. Δεν είχα προλάβει καλά καλά να βάλω την καφετιέρα σε λειτουργία όταν άρχισε να χτυπά το τηλέφωνο. Το αγνόησα. Άνοιξα το ψυγείο ψάχνοντας το γάλα. Το αναθεματισμένο κουδούνισμα εξακολουθούσε να μου τρυπά τα αυτιά. Έκλεισα με δύναμη τη πόρτα του ψυγείου και κατευθύνθηκα προς την συσκευή. Δεν έκανα παρά μόνο δύο βήματα, αρπάζοντας με μανία τη φορητή συσκευή, όταν το πόδι μου σκάλωσε στο πατάκι και βρέθηκα φαρδιά πλατιά να κοιτώ τα πλακάκια. Ο πόνος αφόρητος. Το τηλέφωνο πεσμένο δίπλα μου. Με κόπο πάτησα το κουμπί αποδοχής και ψιθύρισα «Ναι».
   Ο κόσμος μου μόλις γκρεμίστηκε. Από την άλλη άκρη της γραμμής ερχόταν ένα συνονθύλευμα από πληροφορίες, μέσα από τις οποίες ξεχώριζα τις λέξεις καταστροφή, άρνηση, συμβόλαιο και πελάτης. Χωρίς να χάσω καιρό σηκώθηκα όπως όπως, ετοιμάστηκα αγνοώντας το πόδι μου που άρχισε να πρήζεται και κατέβηκα στο πάρκινγκ. Δυστυχώς το αυτοκίνητο μου δεν ήταν εκεί. Το είχα στείλει χθες για επισκευή. Βγήκα στο δρόμο προς αναζήτηση ταξί. Μετά από αρκετή ώρα βρήκα ένα. Μπήκα βιαστικά μέσα και έδωσα στον οδηγό τη διεύθυνση της εταιρίας μου. Εκείνος όπως φαίνεται είχε ξυπνήσει με μεγαλύτερα κέφια. Άρχισε να με βομβαρδίζει με πληροφορίες για την χθεσινοβραδινή επιτυχία της ομάδας του. Το πόδι μου δε φαινόταν και πολύ καλά. Είχε ήδη πάρει ένα χρώμα κοκκινωπό και με πονούσε αρκετά. «Υπομονή» έλεγα από μέσα μου.
     Φτάνοντας στην εταιρία πετάχτηκα από το ταξί σαν να με είχε χτυπήσει ρεύμα, πετώντας σχεδόν τα χρήματα χωρίς να τα μετρήσω και αφήνοντας στην μέση την πρόταση του πρόσχαρου οδηγού για την άδικη διαιτησία του ματς. Σύρθηκα με κόπο στο γραφείο μου. Η γραμματέας μου με μάτια κόκκινα από τα δάκρυα, βλέποντας με αναθάρρησε. Μάλλον έδειχνα σε χειρότερη κατάσταση από ότι εκείνη. Με πληροφόρησε με ύφος περίλυπου συγγενή για την καταστροφή που υπέστη το τμήμα μας και μου έδωσε ένα φάκελο που είχε το όνομα μου απ’ έξω. Μόλις τον είδα, πάγωσα. Τα ξέρω αυτά τα γράμματα. Δε προμήνυαν τίποτε καλό. Ήταν από το μεγάλο αφεντικό. Δεν φημίζεται για την αλληλογραφία του με τους υπαλλήλους. Μόνο σε μια περίπτωση παραλαμβάνει κανείς γραπτή απόδειξη της παρουσίας του. Η σκέψη και μόνο έκανε τις τρίχες μου να σηκώνονται. Πήρα το φάκελο με τρεμάμενα χέρια ευχαριστώντας παράλληλα τη γραμματέα μου, η οποία αποχώρησε διακριτικά. Μου πήρα πάνω από πέντε λεπτά να τον ανοίξω. Τα χέρια μου έτρεμαν σαν καράβι σε φουρτούνα. Ξεδίπλωσα το χαρτί και άρχισα να διαβάζω. Ένιωσα να ζαλίζομαι και πιάστηκα από το γραφείο μου. Έκατσα μηχανικά στην πολυθρόνα και έκλεισα τα μάτια μου.
    Δεν μπορεί να μου συνέβη αυτό. Δεν είναι δυνατόν .Τόσα χρόνια θυσίας και με πετούσαν έτσι από την εταιρία, με ένα μόνο σημείωμα. Τόσα ξενύχτια, τόσες χαμένες πρωτοχρονιές, τόσες μάχες στο διαφημιστικό στίβο για ένα τίποτα. Με ευχαριστούσαν σαφώς για την προσφορά μου και την δέσμευση μου αλλά… Ήρθε ο καιρός να δώσουμε τόπο στην δημιουργικότητα των νέων μελών της κοινωνίας μας, έλεγε. Και δεν είχαν καν την ευγένεια να μου το ανακοινώσουν κοιτώντας με στα μάτια. Το κεφάλι μου άρχισε να γυρνάει. Το πόδι μου με έκαιγε. Κι εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να κλείσω τα μάτια και να αποκοπώ από την πραγματικότητα. Ένα γιατί χαραγμένο στο μυαλό μου επισκίαζε οποιαδήποτε άλλη σκέψη. Ένα γιατί και μια μαχαιριά στα φτερά της ματαιοδοξίας μου.
  Έδωσα μόνο ένα δευτερόλεπτο στον εαυτό μου. Με την άκρη του ματιού μου χάιδεψα την επιφάνεια του γυαλισμένου γραφείου, τη γραφική ύλη, την καρέκλα απέναντι και την κούτα στην γωνία της πόρτας. Την κούτα; Ποια κούτα; Με δυσκολία σηκώθηκα από την καρέκλα και πλησίασα το χάρτινο κουτί. Άνοιξα με το δάχτυλο την μία πλευρά και κρυφοκοίταξα. Μέσα βρισκόντουσαν όλα τα λιγοστά προσωπικά μου αντικείμενα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν είχα παρατηρήσει ότι δεν βρίσκονταν στη θέση τους. Έκανα μεταβολή με πρόθεση να κάτσω ξανά στο γραφείο. Το μου ήταν πια περιττό. Έκανα απότομα μεταβολή, πέρασα πάνω από την χάρτινη κούτα, ίσιωσα την πλάτη και προχώρησα μηχανικά προς τον ανελκυστήρα. Κενό. Κενό. Κενό. Ωστόσο μια δύναμη με έσπρωχνε να κάνω όλες τις σωστές κινήσεις. Δε θυμάμαι και πολλά έπειτα. Πάτησα το κουμπί του ισογείου, έφτασα στην είσοδο. Με κάποιο τρόπο βρέθηκα στο δρόμο, μάλλον κουτσαίνοντας. Και μετά εγώ πάλι στο σπίτι.
     Και τώρα τι; Ποτέ δεν είχα βρεθεί τέτοια ώρα καθημερινή στο σπίτι μου. Ποτέ δεν είχα τόσο ελεύθερο χρόνο. Αλλά έχει μια ηρεμία. Ναι, η ηρεμία είναι καλή. Η σιωπή καλύπτει όλο το δωμάτιο και μια οικειότητα καλύπτει το αίσθημα ανημποριάς που ένιωθα μέχρι τώρα. Άλλωστε τι χειρότερο μπορεί να συμβεί;
  Χτυπάει το κουδούνι. Είχα ξεχάσει σχεδόν τον ήχο του. Τα τελευταία χρόνια χτυπούσε άλλωστε τόσο σπάνια, καθώς τις περισσότερες ώρες βρισκόμουν στο γραφείο, σε κάποια συνάντηση, σε κάποιο επαγγελματικό δείπνο. Έσυρα τα πόδια μου μέχρι την πόρτα. Άνοιξα τρομαγμένη για να αντικρύσω τη μητέρα μου σε αλλόφρονα κατάσταση.  Δε θυμάμαι να την είχα δει ποτέ τόσο απεριποίητη. Είναι υπέρμαχος της πεποίθησης ότι μια γυναίκα πρέπει πάντα να είναι ευπαρουσίαστη ακόμη κι αν δίπλα της καταρρέει ο κόσμος. Πάντα μου θύμιζε εκείνη την ηρωίδα της Μίτσελ, πως την έλεγαν; Α ναι, Σκάρλετ Ο’ Χάρα. Ότι κι αν συνέβαινε, εκείνη πάντα κομψή και ατάραχη. Έτσι είχα τη μητέρα μου πάντα στο μυαλό μου. Και τώρα στέκονταν μπροστά μου σε μαύρο χάλι. Με λερωμένα ρούχα και ένα γοερό κλάμα που δεν έλεγε να σταματήσει. Δίπλα της στεκόταν μια παραφουσκωμένη βαλίτσα. Ανάμεσα σε αναφιλητά και σκούπισμα της μύτης, με μεταξωτό πάντα μαντήλι- αυτό το κράτησε- μου πέταξε ένα γεια σου πουλάκι μου και κάτι για ένα ταξί που περίμενε να το πληρώσω. Έκανα στην άκρη και την άφησα να περάσει. Φαινόταν σε χειρότερη κατάσταση από μένα. Πειράζει που αυτό με έκανε να νιώσω λίγο καλύτερα; Κατόπιν έπιασα το πορτοφόλι μου και κατέβηκα να πληρώσω τον ηρωικό αυτό οδηγό που άντεξε τη μητέρα να φέρει τη μητέρα μου ως εδώ.
   Όταν γύρισα στο διαμέρισμα μου κουτσαίνοντας και φορτωμένη με άλλες δύο βαριές βαλίτσες τη βρήκα ξαπλωμένη στο καναπέ. Σταμάτησε για λίγο τον οδυρμό για να μου ζητήσει τσάι με μια κουταλιά στέβια και μια φέτα λεμόνι με ύφος πολλών καρδιναλίων. Δε το ‘κοψε όπως φαίνεται το κουσούρι να διατάζει τους πάντες λες και είναι η βασίλισσα τα Αγγλίας. Πήγα στη κουζίνα να φτιάξω το τσάι καταπίνοντας μια βρισιά για τη γυναίκα που με έφερε στο κόσμο. Της το σέρβιρα προσέχοντας να μην στάξει ούτε μια σταγόνα. Η γκρίνια της για την ακαταστασία μου είναι το τελευταίο που ήθελα να αντιμετωπίσω εκείνη τη στιγμή. Ήπιε μια γουλιά και μου ανακοίνωσε με επισημότητα ότι θα εγκατασταθεί σπίτι μου για λίγο καιρό. «Λίγο μη φανταστείς χρυσό μου, ίσα ίσα μέχρι να βρω ένα διαμέρισμα της αρεσκείας μου και του κοινωνικού μου status να μείνω.» Δεν έκανα καμιά ερώτηση παρόλο που το μυαλό μου βομβαρδιζόταν από ερωτήσεις. Εδέησε ωστόσο να μου δώσει η γλυκιά μου μανούλα περισσότερες διευκρινίσεις για την κατάσταση της, προφανώς λόγω του βλέμματος της αγελάδας που είχα υιοθετήσει μόλις σήμερα.  Ο πατέρας μου, λέει, την απατούσε με την κατά πολύ νεότερη της γραμματέα, την οποία η ίδια είχε σαν κόρη της «το φίδι το κολοβό» αν είναι δυνατόν. Και ότι είχε ντοκουμέντα, θα τον έσερνε στα δικαστήρια τον ξεμωραμένο – στάζει έσταζε το στόμα της- και θα του τα έπαιρνε όλα, γιατί τι ήταν μέχρι να τη γνωρίσει; Ένας υπαλληλάκος με μέτρια προσόντα. Εκείνη τον ανέδειξε και… Κάπου εκεί σταμάτησα να ακούω. Σηκώθηκα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα, φόρεσα το παλτό μου και έκλεισα αθόρυβα την πόρτα πίσω μου. Κατευθύνθηκα με κόπο μέχρι το γειτονικό πάρκο. Αγόρασα από έναν πλανόδιο πωλητή λίγο πασατέμπο. Έκατσα στο πρώτο ελεύθερο παγκάκι , μακριά από όλους και άρχισα να τρώω αργά το πασατέμπο μου κοιτώντας το άπειρο. Πόσο πιο άσχημα μπορούσε να πάει η μέρα μου σκέφτηκα; Ένα περιστέρι πέρασε μπροστά μου και με κουτσούλησε λερώνοντας το πανάκριβο επώνυμο παλτό μου. Το κοίταξα με την άκρη του ματιού μου και χαμογέλασα. Κατόπιν, συνέχισα να μασουλάω τα σποράκια μου.

Πετροπούλου Ελένη

Εικόνα:
https://www.google.de/search?biw=1920&bih=969&tbm=isch&sa=1&ei=c6LpW-WIMYm8swH8nrOwDA&q=%CF%84%CF%8D%CF%87%CE%B7&oq=%CF%84%CF%8D%CF%87%CE%B7&gs_l=img.3..0l4j0i5i30k1l3j0i24k1l3.61620.64277.0.64652.13.8.0.0.0.0.266.1011.0j2j3.5.0....0...1c.1.64.img..8.5.1003.0..0i67k1j35i39k1.0.RJ5-9GCyMqM#imgrc=FCFIXwgjqCj9dM:

1 σχόλιο:

Ένα χαμόγελο για τη Χαρά

Το αποτέλεσμα ισούται με αγάπη