Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Φλέρτ στον Παράδεισο


   Πρώτη φορά έμπαινε σε αυτή τη διαδικασία. Δε θα το αποφάσιζε ποτέ. Παρ' όλες τις προτροπές της κολλητής της εδώ και χρόνια. Αλλά η γκρίνια της μάνας της για το ράφι που τη περίμενε ήταν το πιο πειστικό όπλο. Κλασική ελληνίδα μάνα Πήρε βαθιά ανάσα και πάτησε τα κατάλληλα κουμπιά. Έφτιαξε ένα προφίλ, με τις οδηγίες του συστήματος. Πάλι καλά που υπήρχαν για κάποιους άσχετους με τους υπολογιστές όπως εκείνη. Άρχισε να περιεργάζεται τη λίστα. Κάθε καρυδιάς καρύδι βρισκόταν εδώ.
     Αυτός πολύ γέρος, ο άλλος πολύ βαρετός, ο τρίτος αρκετά ποδοσφαιρόφιλος για τα γούστα της. Μα δεν υπήρχε πουθενά πια η ρομαντική ψυχή που αναζητούσε; Τι κρίμα. Άρχισε να απογοητεύεται. Γκλιν γκλιν. Οπ! Είχε μήνυμα. Το άνοιξε βιαστικά. Κάποιος την προσέγγισε.  Επιχειρηματίας στην επαρχία.  Δεν είχε φωτογραφία αλλά λίγο την απασχολούσε. Άλλωστε ούτε η ίδια είχε, μην τυχόν και πέσει σε κανένα γνωστό και καταλήξει αντί για νύφη, η περίγελος Αθηνών και περιχώρων. Όχι ότι η ίδια είχε μεγάλο κύκλο γνωριμιών. Είχε όμως η μάνα της και οι φίλες της. Τύφλα να ‘χει το πρακτορείο Ρόιτερ. Δίπλα στο πρακτορείο Κικίτσα και ΣΙΑ δεν έπιανε μία.
   Πίσω στον γεροδεμένο μελαχρινό με τις μεγάλες πλάτες και το σαγηνευτικό χαμόγελο. Έτσι τον φανταζόταν. Κάτι μεταξύ διασταύρωσης Ορλάντο Μπλουμ και Μπραντ Πιτ. Ξεκίνησαν την κουβέντα με τα βασικά. Του άρεσε το διάβασμα, το καλό φαγητό και ιδανική βραδιά θεωρούσε την κουβέντα δίπλα στο αναμμένο τζάκι με ένα ποτήρι κρασί. Αχ, ναι. Κατέληξε πως ήταν μια ενδιαφέρουσα γνωριμία.
   Συνέχιζαν να μιλούν καθημερινά για περίπου δυο εβδομάδες, στις οποίες εκείνη έπλαθε με τη φαντασία της ρομαντικούς περιπάτους σε χιονισμένα τοπία, βαρκάδες στη λίμνη που της είχε πει πως βρισκόταν κοντά στο σπίτι του. Τελικά εκείνος πήρε το θάρρος και την κάλεσε να τη φιλοξενήσει στο ράντσο του το Σαββατοκύριακο. Αχ τι ρομαντικά. Ραντεβού δίπλα στη φύση με έναν πρίγκιπα. Δεν άργησε καθόλου να δεχτεί.
   Από την Πέμπτη είχε έτοιμη τη βαλίτσα της. Δε κοιμήθηκε από την προσμονή. Σε όλους είχε πει πως το σαββατοκύριακο θα έλειπε σε ένα σεμινάριο εκτός πόλης, μην τυχόν και υποψιαστεί κανείς τίποτα. Αν και η μητέρα της κάτι πρέπει να ‘χε καταλάβει γιατί όλο και κάτι σπόντες της πετούσε. Έπεφταν στο κενό. Εκείνη είχε μυαλό μόνο για την επικείμενη πρώτη συνάντηση της με τον άντρα των ονείρων της.
   Την ημέρα του ταξιδιού τα φόρτωσε όλα στο σαραβαλάκι της και ξεκίνησε για το όνειρο. Τρεις ώρες οδηγούσε και ονειρευόταν μια ζωή παραδεισένια. Μόλις πλησίαζε στην μικρή πόλη απόρησε. Ράντζο παράδεισος πουθενά. Ρώτησε από δω. Ρώτησε από κει. Τίποτα. Δεν απογοητεύτηκε. Τελικά την κατατόπισε ένας κάτοικος. Ήταν λίγο πιο έξω από την πόλη. Εμ βέβαια, τόση μεγάλη έκταση που να χωρέσει στα στενά όρια μιας πόλης. Συνέχισε για άλλα εξήντα χιλιόμετρα. Ερημιά. Αλλά η άγρια φύση γύρω της έδινε τροφή στις ελπίδες της. Συνάντησε μια ταμπέλα που τη πληροφορούσε ότι το ράντσο Παράδεισος ήταν πίσω από την επόμενη στροφή. Σταμάτησε το αυτοκίνητο για μια στιγμή. Πήρα μια βαθιά ανάσα για να ηρεμήσει τη καρδιά της που χτυπούσε σαν τρελή. Αυτό ήταν. Στην επόμενη στροφή θα συναντούσε το όνειρο.
   Ξεκίνησε πάλι. Έστριψε. Προχώρησε λίγο. Είχε φτάσει πια. Πάρκαρε. Βγήκε σαν υπνωτισμένη. Πλατς. Λάσπες στις καινούργιες ακριβές μπότες της. Μα τι ανόητη να μη σκεφτεί να φορέσει κάτι πιο άνετο. Ήθελε να εντυπωσιάσει. Δε βαριέσαι. Χαλάλι η μπότες στο βωμό της αγάπης. Προχώρησε στητά. Τι μπόχα ήταν αυτή; Από που ερχόταν; Κοιτά δεξιά μια καφέ λιμνούλα με μερικά παχουλά ροζ τετράποδα. Κυλιούνταν γεμάτα ευδαιμονία. Μάλλον δε θα έτρωγε ποτέ ξανά χοιρινό. Αριστερά ένας γάιδαρος γκάριζε εκκωφαντικά και την καλωσόριζε στο… ράντσο;
    Παντού βρίσκονταν ζώα και μερικά καλύβια, μάλλον γεμάτα με γεωργικά εργαλεία και το φαγητό των ζώων. Στο βάθος μπορούσε  να διακρίνει ένα μικρό αγροτικό σπιτάκι. Δεν ήταν ακριβώς αυτό που είχε πλάσει με τη φαντασία της αλλά δεν πειράζει. Άλλωστε ήταν παιδί της πόλης. Ας μην έβγαζε βιαστικά συμπεράσματα. Θα ρωτούσε τον ιδιοκτήτη αυτού του ράντσου, ε της φάρμας καλύτερα για να τη διαφωτίσει.
 Κάπου άκουσε το όνομα της. Γύρισε. Ένας κοντούλης παχουλός με καράφλα και μια δυσοίωνη μυρωδιά ερχόταν προς το μέρος της. Δεν φαινόταν κάτω από σαράντα πέντε. Πως είχε την εντύπωση πως ήταν νεότερος. Να δεις που θα ήταν ο πατέρας του καλού της; Κι εκείνος που βρισκόταν; Δε μπορεί να έλειπε, αφού την περίμενε. Ο άγνωστος την πλησίασε και χαμογελώντας την καλωσόρισε στο ράντσο του παραδείσου. Κάτι της έλεγε ότι την περίμενε με ανυπομονησία και ότι ήταν όπως την είχε φανταστεί ·όμορφη και ζουμερή, αλλά εκείνη δεν άκουγε. Είχε σταματήσει ο χρόνος μέσα στο μυαλό της. Πρόλαβε και μέτρησε πέντε δόντια. Ή τώρα ή ποτέ.
 Έκανε μεταβολή, έτρεξε στο αυτοκίνητο αφήνοντας άφωνο τον οικοδεσπότη. Μπήκε και έκλεισε τις ασφάλειες. Πάτησε με όλη της τη δύναμη γκάζι και έφυγε όσο πιο μακριά μπορούσε. Θα γύριζε σπίτι, θα έσβηνε μια για πάντα το προφίλ που δημιούργησε, θα κατσάδιαζε την καλύτερη φίλη της για τις ιδέες της, θα έδινε στη μάνα της τα μέτρα για να παραγγείλει το ράφι και θα συνέχιζε τη ζωή της μόνη της. Τελικά από το παράδεισο προτιμούσε τη κόλαση.

Πετροπούλου Ελένη


Εικόνα
https://www.google.de/search?biw=1920&bih=969&tbm=isch&sa=1&ei=kXXpW9DUF4uKmgXwrov4DQ&q=paradise+faimous+paint&oq=paradise+faimous+paint&gs_l=img.3...43613.45131.0.45347.8.8.0.0.0.0.145.852.2j6.8.0....0...1c.1.64.img..0.2.255...0i7i30k1j0i7i5i30k1j0i8i7i30k1.0.gUXOg7zo5h0#imgdii=SA3pUHskq0NwOM:&imgrc=AqfpqipKATjBfM:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ένα χαμόγελο για τη Χαρά

Το αποτέλεσμα ισούται με αγάπη